κτηματολόγος

κτηματολόγος
ο
ειδικευμένος τοπογράφος που ασχολείται με τη σύνταξη και τήρηση τών βασικών κτηματολογικών στοιχείων, ιδίως τού κτηματολογικού χάρτη και τού κτηματικού βιβλίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κτῆμα, -ατος + -λόγος (< λέγω)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • κτηματολογικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο κτηματολόγιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < κτηματολόγος. Η λ. μαρτυρείται από το 1854 στον Κωνστ. Φρεαρίτη] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”